Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Ένα τσιγάρο δρόμος


Μια ζωή, ένα τσιγάρο δρόμος, βαθιές ρουφηξιές, παύσεις, βλέμματα καθ΄οδόν, πρόσωπα θάλασσες ουρανοί πουλιά μαύρα κι άσπρα, τα χνάρια σου στο ξερό χώμα, άλλων στην ξεραμένη λάσπη ξεμείναν από παρελθούσες εποχές αλλόκοτα γλυπτά, τίποτα, τίποτα δεν απέμεινε πια, μονολογούσε ο Χάρης με το ίδιο πέδιλο χειμώνα καλοκαίρι, όλα αρπακτικά, ό,τι προλάβει κανείς μαδάει, α ρε Χάρη, κι ήσουν τόσο ολιγαρκής, μόνον ανθρώπους μέτραγες, πάνε κι αυτοί, πιλαλάνε πλιατσικολογώντας σε, γιατί μέλλον δεν βλέπουν, κι όμως, κι όμως, ποτέ δεν υπήρχε μέλλον, ένα τσιγάρο όλο κι όλο η πορεία κι αυτό να μην το απολαμβάνουμε, γιουρούσι μπας και προλάβουμε, να προλάβουμε τι;

Ανάβω τσιγάρο. Βαθειά ρουφηξιά. Παύση. Άλλο τίποτα.