Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010

Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων-μία πρώτη ανάγνωση


«Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων», Λιούις Κάρολ, εικονογράφηση Ρόμπερτ Ίνγκεν, εκδ. Πατάκη, 2009

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διαβάσει κανείς ένα καλό παιδικό παραμύθι. Από τα πιο πολυεπίπεδα αναγνώσματα φαντάζει το έργο του Λιούις Κάρολ.

Η Αλίκη εισέρχεται στη Χώρα των Θαυμάτων, έναν κόσμο ζωόμορφων πλασμάτων ή ενσαρκωμένων μορφών-όπως τα τραπουλόχαρτα-. Μόνες ανθρώπινες μορφές η ίδια και ο Κάπελας. Η συμπεριφορά του τελευταίου δε διαφέρει και πολύ από των ζώων, συνεπώς η Αλίκη είναι ο μόνος άνθρωπος. Κατά το ταξίδι της διαπιστώνει ότι από την παράξενη αυτή χώρα απουσιάζουν οι έννοιες της λογικής, της συνέπειας, του νοήματος των πράξεων και ότι επικρατούν οι ανατροπές. Με άλλα λόγια η Αλίκη ενηλικιώνεται. Η σταθερότητα και η ασφάλεια του παιδικού κόσμου καταρρίπτονται. Η ίδια αλλάζει δραματικά στη Χώρα της Ενηλικίωσης. Ψηλώνει υπερβολικά και μικραίνει υπερβολικά. Μεγαλύνεται και νιώθει δυνατή ή κατακρημνίζεται και αισθάνεται αδύναμη. Άλλοτε κρίνει πως το ύψος της θα φοβίσει τα πλάσματα που συναντά και επιλέγει να μικρύνει, για να επικοινωνήσει μαζί τους. Άλλοτε πως πρέπει να μεγαλώσει για να τα φτάσει και να τη δουν. Ανακαλύπτει ακόμα πως δεν πρέπει να τα φοβίζει όντως απολύτως αυθόρμητη και ειλικρινής. Όταν επιμένει να μιλάει στον ποντικό για τη γάτα της, εκείνος φεύγει φοβισμένος. Καταλαβαίνει επίσης, όταν έχει ψηλώσει αρκετά, πως δεν έχει λόγο να φοβάται τη Βασίλισσα της τράπουλας, γιατί δεν είναι παρά ένα τραπουλόχαρτο. Έτσι μεμιάς τα τραπουλόχαρτα γίνονται μία κοινή ασήμαντη τράπουλα χωρίς καμμία εξουσία επάνω της. Άλλοτε πάλι κονταίνει το σώμα της και μακραίνει ο λαιμός της. Είναι λοιπόν δυσανάλογη, δε βρίσκεται σε αρμονία. Ούτε μικρή, ούτε μεγάλη. Απλά δυσαρμονική να μην μπορεί να αντιμετωπίσει ούτε τα ύψη ούτε τα βάθη. Με όλες αυτές τις αλλεπάλληλες αλλαγές καταλήγει και η ίδια να αναρωτιέται ποια είναι. Απώλεια ταυτότητας λοιπόν. Ούτε εδώ ούτε εκεί.

Ταυτότητα αποκτά μόνον όταν βγαίνει από τη Χώρα των Θαυμάτων και επανέρχεται στον κόσμο της παιδικότητας, εκεί που όλα φαντάζουν σταθερά και δίχως ανατροπές, παραμυθικά και παραμυθητικά. Βεβαίως ο συγγραφέας δε μένει εκεί. Η Χώρα των Μεγάλων, κατ’αυτόν Χώρα των Θαυμάτων, είναι ένας τόπος διαρκών ανατροπών-και πώς γίνεται αλλιώς-, αλλά δίνει και μία καθησυχαστική διέξοδο. Η αδελφή της που δεν εισείλθε στη Χώρα των Θαυμάτων-άρα υπάρχουν και τέτοιοι ενήλικοι- τη φαντάζεται στο τέλος του έργου ως μεγάλη που όμως δραπετεύει στη Χώρα των Παιδιών, τη χώρα των μη ανατροπών. Το ταξίδι προς δύο κατευθύνσεις λοιπόν. Ο ενήλικος πια δραπετεύει για λίγο στη Χώρα των Παραμυθιών αναζητώντας ταυτότητα στον τρόπο που έχουν τα παιδιά να βλέπουν τα πράγματα. Στο έργο το τελευταίο αυτό κεφάλαιο καταλαμβάνει πολύ μικρό χώρο αναπόφευκτα. Η θητεία της Αλίκης στον κόσμο των μεγάλων, τον κόσμο των διαρκών μετατοπίσεων προς τα ύψη και τα βάθη είναι πολύ εκτενέστερη από τη θητεία της στον κόσμο της παιδικής νηνεμίας. Η επίγευση σαφής: ποιο από τα δύο είναι το ταξίδι; Εξαρτάται από το ποιος κατά περιόδους και περιστάσεις είσαι: η Αλίκη, η Βασίλισσα, ο Κάπελας, ή κάποιος από τους ζωόμορφους ανθρώπους-ανθρωπόμορφα ζώα; Διότι αν κανείς θεωρήσει ότι του «ταιριάζει» μόνιμα γάντι κάποιος από τους ρόλους και άρα παγιωθεί σε αυτόν, τότε μάλλον ακυρώνει το νόημα όλου του έργου: την ειλικρινή πορεία των αναπόφευκτων ανατροπών.

Πέραν τούτου η Αλίκη έχει να αντιμετωπίσει ναι μεν ανθρωπόμορφα πλάσματα, αλλά όχι ανθρώπους. Αναρωτιέται λοιπόν ο αναγνώστης γιατί. Τι είναι αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από το ζώο. Πρώτα από όλα, κατά το συγγραφέα, τα ζώα δεν αλλάζουν. Ούτε μεγαλώνουν, ούτε μικραίνουν. Είναι αυτά που είναι σταθερά με σαφή επίγνωση της ταυτότητας και του ρόλου που καλούνται να παίξουν σε αυτή την κοινωνία των Θαυμάτων. Ο Λαγός είναι πάντα ένας αργοπορημένος λαγός με εμμονή στην ώρα και υπηρέτης αξιοπρεπής πλην όμως υπηρέτης της Βασίλισσας, η Βασίλισσα είναι μόνιμα αυταρχική με μόνη πρόταση ζωής το «αποκεφαλίστε τον», αν και ποτέ δεν αποκεφαλίζει κανέναν γιατί θα έμενε πολύ σύντομα δίχως υπήκοους. Ο Λαγός Μάρτης, όπως και ο Κάπελας-ο μόνος πλην της Αλίκης άνθρωπος που όμως κυρίαρχο χαρακτηριστικό του είναι τα καπέλα που εμπορεύεται, άρα η δουλειά του- έχουν κολλήσει για πάντα στις έξι ή ώρα το απόγευμα υποχρεωμένοι δια παντός να πίνουν τσάι. Η Ψευτοχελώνα κλαίει και οδύρεται απομονωμένη, γιατί μόνον εκεί βρίσκει λόγο ύπαρξης και αναγκάζεται ανεπιτυχώς να επινοήσει το λόγο του οδυρμού. Τα τραπουλόχαρτα τρέμουν το μένος της Ντάμας Κούπας, αιώνιοι υπήκοοι μιας μορφής που δεν τους περνάει ποτέ από το μυαλό να αμφισβητήσουν. Και πάει λέγοντας. Μόνον η γάτα του Τσέσαρ διαφέρει. Εμφανίζεται και εξαφανίζεται όποτε θέλει, μα μόνος της σκοπός ο κυνικός σχολιασμός των τεκταινομένων, όχι η συμμετοχή σε αυτά. Ειρωνία εκ τους ασφαλούς. Από αυτήν την άποψη δε διαφέρει και πολύ από την αδελφή της Αλίκης-αν εξαιρέσουμε βέβαια την κυνική στάση- που ποτέ δεν βρέθηκε στη Χώρα των Θαυμάτων, ποτέ δεν μπήκε στο παιγνίδι της Ζωής. Στα πλάσματα αυτά η ταυτότητα σταθερή, ανατροπές δεν υπάρχουν. Μήπως και ανεξέλικτα; Επιπλέον δεν μπορεί κανείς να μην προσέξει πως παρελαύνει μία πλειάδα τέτοιων όντων, αλλά μόνον μία Αλίκη. Η Χώρα των Διαρκών Ανατροπών και του συνεπακόλουθου κλονισμού της ταυτότητας, η Χώρα της απώλειας της ταυτότητας, του μόνου δρόμου κατά Κάρολ που οδηγεί στην αυτογνωσία, δεν επιλέγεται από όλους.

Η Χώρα των Θαυμάτων όμως είναι και χώρα του Παραλόγου για την Αλίκη και μόνον για αυτή. Αν δε θεωρούσε παράλογα τα όσα βλέπει και ακούει, δε θα προχωρούσε στην αμφισβήτησή τους. Συνέπεια τούτου, ότι ενώ εμφανώς προσπαθεί να συμβιώσει και να επικοινωνήσει, ούτε καταλαβαίνει, ούτε την καταλαβαίνουν. Αδυναμία επικοινωνίας λοιπόν. Δε φτάνει που αλλάζει διαρκώς και αναρωτιέται ποια είναι τελικά, έχει να αντιμετωπίσει και τη μοναξιά. Αυτό δεν την πτοεί. Διαρκώς προσπαθεί να καταλάβει, αλλά και διαρκώς μετατοπίζεται εντός του παράλογου κατ’αυτήν κόσμου, ο οποίος τελικά την πλάθει. Η αδελφή της που δεν ακολούθησε το λαγό στη δίοδο προς τη Χώρα των Ενηλίκων, ούτε αλλάζει, ούτε πλάθεται, μένει στατική, ανεξέλικτη, με κέρδος διόλου αξιοκαταφρόνητο: ποτέ δεν ένιωσε μόνη σε έναν παράλογο κόσμο που δεν καταλαβαίνει. Αλλά και ποτέ δε μεγάλωσε. Σε αυτά τα πλαίσια δεν απορεί κανείς που ο Λιούις Κάρολ ήταν μαθηματικός και έγραψε, καθώς φαίνεται, μόνον αυτό το έργο και μία συνέχεια του, το «Τι είδε η Αλίκη μέσα από τον καθρέπτη». Η λογική υπάρχει, μόνον που είναι διαφορετική για καθένα από τα πρόσωπα του έργου, ένα κλειστό σύστημα που αφορά καθέναν προσωπικά. Είναι λοιπόν θέμα οπτικής η λογική. Από άλλη οπτική γωνία φαντάζει παράλογη.

Το ταξίδι σε αυτό το κείμενο δεν εξαντλείται εύκολα. Κάθε λέξη του σχεδόν είναι ένα θέμα που αξίζει τον κόπο να μείνει κανείς. Εξαιρετικά πυκνό ανάγνωσμα που απαιτεί πολλές αναγνώσεις. Κάθε φορά ανακαλύπτει κανείς κάτι διαφορετικό. Εδώ δεν παρατίθεται παρά η εντύπωση από μία πρώτη προσέγγιση.

4 σχόλια:

Tyler Durden είπε...

φοβερη αναλυση και παρουσίαση! καλημέρα!

Κλεοπάτρα και Μινγκ είπε...

Καλημέρα. Άργησες να σχολιάσεις και ανησύχησα ότι βρήκες δεύτερη δουλειά ή χάρηκα που έφυγες διακοπές..._:)

Αξίζει σίγουρα τον κόπο να το διαβάσει κανείς το έργο αυτό που συνήθως παρακάμπτουμε έτσι χιλιοειπωμένο και χιλιοπαιγμένο που είναι.

Tyler Durden είπε...

χαχα! ναι η δεύτερη δουλειά μου έιναι ένα Blog ακόμα, με σκοτεινή-μακάβρια τέχνη, θεματολογία και μεταλ μουσική, άν σε ενδιαφέρει κάτι τέτοιο επισκέψου το: http://metalonmetalblog.blogspot.com/

Κλεοπάτρα και Μινγκ είπε...

Kαλή αρχή λοιπόν σε ό,τι αρχίσεις!